Τροπονίνη - Ταχύτητα, ευαισθησία, ευθύνη
Το έμφραγμα του μυοκαρδίου οφείλεται σε αιφνίδια απόφραξη ενός κλάδου των στεφανιαίων αρτηριών λόγω ρήξης ή διάβρωσης της αθηρωματικής πλάκας και δημιουργίας θρόμβου ο οποίος αποφράσσει πλήρως την υπεύθυνη στεφανιαία αρτηρία με αποτέλεσμα την διακοπή της κυκλοφορίας του αίματος.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη νέκρωση μιας περιοχής του μυοκαρδίου.
Αποτελεί επείγουσα κατάσταση, γι' αυτό και η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία κάνουν τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου.
Οι γιατροί βασίζονται στις αιματολογικές εξετάσεις ώστε να κρίνουν αν ένας ασθενής με πόνο στο στήθος παθαίνει έμφραγμα, όμως τα φυσιολογικά αποτελέσματα της εξέτασης έχουν σαν αποτέλεσμα να μη γίνεται επίσημη διάγνωση. Είναι γνωστό ότι το οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου - καρδιακή προσβολή- είναι πρώτη αιτία θανάτου σε άνδρες και γυναίκες παγκοσμίως.
Όταν o καρδιολόγος ελέγχει κάποιον με πόνο στον θώρακα, πρέπει να αποκλείσει ή να βεβαιώσει το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Για να το κάνει αυτό, πρέπει να εκτιμήσει την κλινική του εικόνα, να διευκρινίσει τα χαρακτηριστικά του πόνου, να συνυπολογίσει ηλικία, φύλο και προδιαθεσικούς παράγοντες, ώστε να έχει μια πρώτη εικόνα για την πιθανότητά του να έχει οξύ στεφανιαίο σύνδρομο (οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, διατοιχωματικό-STEMI ή υπενδοκάρδιο-NSTEMI).
Οι εξετάσεις αίματος είναι πολύ σημαντικές διότι, στη διάρκεια του εμφράγματος, τα κύτταρα του μυοκαρδίου απελευθερώνουν ορισμένα ένζυμα στο αίμα. Από τα επίπεδα αυτών των ενζύμων μπορεί να αποσαφηνιστεί η εικόνα για το πόσο μεγάλη είναι η βλάβη που υπέστη η καρδιά. Πρόκειται για ένζυμα τα οποία αυξάνονται στο αίμα του ασθενούς όταν υποστεί έμφραγμα. Συγκεκριμένα αναζητείται το ισοενζύμο ΜΒ της κρεατινοφωσφορικής κινάσης (CK-MB) και η τροπονίνη, τα οποία είναι πιο ειδικά για το έμφραγμα. Επίσης, αναζητούνται τα επίπεδα της ασπαραγινικής τρανσαμινάσης (SGOT ή AST) και της γαλακτικής αφυδρογονάσης (LDH), τα οποία αυξάνονται επίσης μετά το έμφραγμα.
Παλαιότερα είχαμε την απλή Τροπονίνη, η οποία εμφανιζόταν στο αίμα σε 6 ως 12 ώρες μετά από νέκρωση των μυοκαρδιακών ινών και η αύξηση της παρείχε σιγουριά σχεδόν 100% ότι υπήρχε οξύ έμφραγμα. Όμως η ανάγκη για όσο το δυνατόν πιο γρήγορη διάγνωση του οξέως εμφράγματος, ώστε να αρχίσει άμεσα η βέλτιστη θεραπεία, οδήγησε στην δημιουργία των h.s.-Tn. Αυτές αυξάνονται στο αίμα μετά από 2 ως 3 ώρες, ακόμη και με ελάχιστη νέκρωση ή τραυματισμό των μυοκαρδιακών ινών.
Ας σημειωθεί ότι στο αίμα σχεδόν όλων μας ανιχνεύονται οι καρδιακές h.s.-Tn σε απειροελάχιστες ποσότητες (είναι πιο αυξημένες στους ηλικιωμένους και στους άντρες), και η κατανομή των τιμών τους στον πληθυσμό, ακολουθεί την κωδωνοειδή καμπύλη (μορφή καμπάνας), όπως και οι υπόλοιπες βιολογικές παράμετροι. Αυτές θεωρούνται αυξημένες, αν υπερβαίνουν το τελευταίο δεξιό άκρο της καμπύλης όπου είναι το 1% του πληθυσμού που έχει τις υψηλότερες τιμές στο αίμα. (Πάνω από την 99η θέση από τους υπόλοιπους).
Οι h.s-Tn., είναι δύο μορφών, η Ι και η Τ και θα χρησιμοποιηθεί η μία ή η άλλη για τη διάγνωση του οξέος εμφράγματος. Και οι δύο μορφές, είναι πρωτεϊνικά μόρια (διαφορετικά το ένα από το άλλο), που βρίσκονται μόνο στα μυοκαρδιακά κύτταρα (ίνες) και η κάθε μία συμμετέχει με διαφορετική αποστολή-λειτουργία, στη σύσπαση ή “χαλάρωση”, των μυϊκών ινών της καρδίας. Όταν τραυματιστούν οι μυϊκές ίνες της καρδιάς, οι h.s.-Tn απελευθερώνονται στην κυκλοφορία και όσο μεγαλύτερος ο τραυματισμός-νέκρωση, τόσο πιο αυξημένες οι τιμές τους στο αίμα.